Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μελίχματα
μελιχοίρινα
μελίχροος
μελιχρός
μελιχρότης
μελίχρυσος
μελιχρώδης
μελίχρως
μέλκα
μέλκιον
μελλάκιον
μέλλαξ
μελλάρχων
μελλέβιος
μελλείρην
μελλειρονία
μελλέποσις
μελλέπταρμος
μελλέφηβος
μέλλημα
μέλλησις
View word page
μελλάκιον
μελλάκιον
,
τό
, Dim. of sq.,
Sammelb.
2104
(Alexandria).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μελλάκιον
Headword (normalized):
μελλάκιον
Headword (normalized/stripped):
μελλακιον
IDX:
66133
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66134
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μελλάκιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of sq., <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Sammelb.</span> 2104 </span> (Alexandria).</div><br><br>'}