Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μελιτοειδής
μελιτόεις
μελιτόν
μελιτοποιέω
μελιτοποιός
μελιτοπωλέω
μελιτοπώλης
μελιτόρρυτος
μελιτουργέω
μελιτουργία
μελιτοῦς
μελιτόφυλλον
μελιτόχροος
μελιτόω
μέλιττα
μελίτταινα
μελίττιον
μελιττοπηχέω
μελιττοπόλος
μελιττοτρόφιον
μελιττουργός
View word page
μελιτοῦς
μελιτοῦς, μελῐτοῦττα,
A). v. μελιτόεις 11 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μελιτοῦς
Headword (normalized):
μελιτοῦς
Headword (normalized/stripped):
μελιτους
IDX:
66101
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66102
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μελιτοῦς</span>, <span class="orth greek">μελῐτοῦττα</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">μελιτόεις</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg014:11" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg014:11/canonical-url/"> 11 </a>.</div> </div><br><br>'}