Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μελιτίτης
μελιτοειδής
μελιτόεις
μελιτόν
μελιτοποιέω
μελιτοποιός
μελιτοπωλέω
μελιτοπώλης
μελιτόρρυτος
μελιτουργέω
μελιτουργία
μελιτοῦς
μελιτόφυλλον
μελιτόχροος
μελιτόω
μέλιττα
μελίτταινα
μελίττιον
μελιττοπηχέω
μελιττοπόλος
μελιττοτρόφιον
View word page
μελιτουργία
μελῐτουργ-ία, , μελῐτουργ-ός, όν, dub. ll. for μελιττουργία, -γός.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μελιτουργία
Headword (normalized):
μελιτουργία
Headword (normalized/stripped):
μελιτουργια
IDX:
66100
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66101
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μελῐτουργ-ία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <span class="orth greek">μελῐτουργ-ός</span>, <span class="itype greek">όν</span>, dub. ll. for <span class="foreign greek">μελιττουργία, -γός</span>.</div><br><br>'}