Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μελίπτορθος
μελιρραθάμιγξ
μελίρροθος
μελίρροος
μελίρρυτος
μέλις
μελίσδω
μελισιδωνοφρυνιχήρατα
μελίσκιον
μέλισμα
μελισμάτιον
μελισμός
μελίσπονδα
μέλισσᾰ
μελισσαῖος
μελίσσειος
μελισσεύς
μελισσήεις
μελισσία
μελίσσιος
μελισσοβότανον
View word page
μελισμάτιον
μελισμάτιον, τό, Dim. of foreg., v.l. in AP 11.168 ( Antiphan.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μελισμάτιον
Headword (normalized):
μελισμάτιον
Headword (normalized/stripped):
μελισματιον
IDX:
66040
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66041
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μελισμάτιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of foreg., v.l. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">AP</span> 11.168 </span> (<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Antiphan.</span></span>).</div><br><br>'}