Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μελανουργός
μελανουρίς
μελάνουρος
μελανόφαιος
μελανόφθαλμος
μελανόφλεψ
μελανοφορέω
μελανοφόρος
μελάνοφρυς
μελανόφυλλος
μελανόχλωρος
μελανόχροος
μέλανσις
μελάνσπερμον
μελάνστερνος
μελαντελχής
μελαντηρία
μελαντήριον
μελαντραγής
μελάνυδρος
μελάνω
View word page
μελανόχλωρος
μελᾰνό-χλωρος, ον,
A). = μελάγχλωρος , Procl. Par.Ptol. 204 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μελανόχλωρος
Headword (normalized):
μελανόχλωρος
Headword (normalized/stripped):
μελανοχλωρος
IDX:
65915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65916
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μελᾰνό-χλωρος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">μελάγχλωρος</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4036.tlg022:204" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4036.tlg022:204/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Procl.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Par.Ptol.</span> 204 </a>.</div> </div><br><br>'}