Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μελάνια2
μελανίζω
μελάνιον
μελάνιππος
μελανίχροος
μελανόβροχος
μελανόγειος
μελανόγραμμος
μελανοδέρματος
μελανοδοχεῖον
μελανοειδής
μελανοείμων
μελανόεις
μελάνοζυξ
μελάνοθριξ
μελανοκάρδιος
μελανοκιοεργός
μελανόκολπος
μελανοκόμης
μελανόκωλος
μελανόμαλλος
View word page
μελανοειδής
μελᾰνο-ειδής, ές,
A). black-looking, Arist. Col. 795a33 .


ShortDef

black-looking

Debugging

Headword:
μελανοειδής
Headword (normalized):
μελανοειδής
Headword (normalized/stripped):
μελανοειδης
IDX:
65872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65873
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μελᾰνο-ειδής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">black-looking</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg007:795a:33" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0086.tlg007:795a.33/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Arist.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Col.</span> 795a33 </a>.</div> </div><br><br>'}