Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μελανθής
μελάνθινος
μελάνθιον
μελάνθριξ
μελανία1
μελάνια2
μελανίζω
μελάνιον
μελάνιππος
μελανίχροος
μελανόβροχος
μελανόγειος
μελανόγραμμος
μελανοδέρματος
μελανοδοχεῖον
μελανοειδής
μελανοείμων
μελανόεις
μελάνοζυξ
μελάνοθριξ
μελανοκάρδιος
View word page
μελανόβροχος
μελᾰνό-βροχος, ον,
A). gloss on ἐβαδίαστον , Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μελανόβροχος
Headword (normalized):
μελανόβροχος
Headword (normalized/stripped):
μελανοβροχος
IDX:
65867
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65868
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μελᾰνό-βροχος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">ἐβαδίαστον</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}