Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μελαναυγής
μελανδανέως
μελάνδειρος
μελάνδετος
μελανδίνης
μελανδόκος
μελανδόχιον
μελάνδρυον
μελάνδρυος
μελάνδρυς
μελανειδέω
μελανειμονέω
μελανειμοσύνη
μελανείμων
μελανέω
μελάνζοφος
μελάνζωνος
μελάνζωτος
μελανηφόρος
μελανθέᾱ
μελανθέλαιον
View word page
μελανειδέω
μελᾰν-ειδέω,
A). look black, Gal. 19.156 .


ShortDef

look black

Debugging

Headword:
μελανειδέω
Headword (normalized):
μελανειδέω
Headword (normalized/stripped):
μελανειδεω
IDX:
65844
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65845
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μελᾰν-ειδέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">look black</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 19.156 </span>.</div> </div><br><br>'}