Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μείλιχος
μειλιχόφωνος
μειλιχώδης
μεῖξις
μεῖον1
μεῖον2
μεῖον3
μειονεκτέω
μειονεκτικός
μειονεξία
μειόνως
μειοπυρεξία
μειότης
μειουρία
μειόφρων
μειόω
μειρακεύομαι
μειρακιεία
μειρακιεξαπάτης
μειρακιεύομαι
μειράκιον
View word page
μειόνως
μειόνως, μειότερος,
A). v. μείων .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μειόνως
Headword (normalized):
μειόνως
Headword (normalized/stripped):
μειονως
IDX:
65732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65733
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μειόνως</span>, <span class="orth greek">μειότερος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">μείων</span> .</div> </div><br><br>'}