Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεθίημι
μεθιππεύω
μεθίπταμαι
μεθιστάνω
μεθίστημι
μέθλην
μεθοδεία
μεθόδευμα
μεθοδευτέον
μεθοδευτής
μεθοδευτικός
μεθοδεύω
μεθοδηγέω
μεθοδικός
μεθόδιον
μεθοδίτης
μέθοδος
μεθολκή
μεθομήρεος
μεθομιλέω
μεθομοίωσις
View word page
μεθοδευτικός
μεθοδ-ευτικός, , όν,
A). regular, Agatharch. 73 .


ShortDef

regular

Debugging

Headword:
μεθοδευτικός
Headword (normalized):
μεθοδευτικός
Headword (normalized/stripped):
μεθοδευτικος
IDX:
65629
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65630
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεθοδ-ευτικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">regular</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0067.tlg001:73" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0067.tlg001:73/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Agatharch.</span> 73 </a>.</div> </div><br><br>'}