Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεγαλοφροσύνη
μεγαλόφρων
μεγαλοφυής
μεγαλοφυΐα
μεγαλόφυλλος
μεγαλοφωνέω
μεγαλοφωνία
μεγαλόφωνος
μεγαλόχαρτος
μεγαλοχάσμων
μεγαλοψόφητος
μεγαλόψοφος
μεγαλοψυχέω
μεγαλοψυχία
μεγαλόψυχος
μεγαλύνω
μεγαλώδυνος
μεγάλωμα
μεγαλώνυμος
μεγαλωπός
μεγάλως
View word page
μεγαλοψόφητος
μεγᾰλο-ψόφητος, ον,
A). gloss on ἀγάστονος , EM 8.54 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεγαλοψόφητος
Headword (normalized):
μεγαλοψόφητος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοψοφητος
IDX:
65520
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65521
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεγᾰλο-ψόφητος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">ἀγάστονος</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:8:54" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:8.54/canonical-url/"> <span class="title" style="font-style: italic;">EM</span> 8.54 </a>.</div> </div><br><br>'}