Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεγαλοστάφυλος
μεγαλόσταχυς
μεγαλοστένακτος
μεγαλόστερνος
μεγαλόστηθος
μεγαλόστομος
μεγαλόστονος
μεγαλόσφυκτος
μεγαλοσχήμων
μεγαλοσώματος
μεγαλόσωμος
μεγαλότεχνος
μεγαλότης
μεγαλότιμος
μεγαλότολμος
μεγαλότοξος
μεγαλοτράχηλος
μεγαλουργέω
μεγαλουχία
μεγαλοῦχος
μεγαλοφανής
View word page
μεγαλόσωμος
μεγᾰλό-σωμος, ον, = foreg., Sch. Ar. Ra. 55 , etc.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεγαλόσωμος
Headword (normalized):
μεγαλόσωμος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοσωμος
IDX:
65493
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65494
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεγᾰλό-σωμος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = foreg., Sch.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0019.tlg009.perseus-grc1:55" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0019.tlg009.perseus-grc1:55/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ar.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Ra.</span> 55 </a>, etc.</div><br><br>'}