Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεγαλορρημονέω
μεγαλορρημονία
μεγαλορρημοσύνη
μεγαλορρήμων
μεγαλόρριζος
μεγαλορρώξ
μεγάλος
μεγαλόσαρκος
μεγαλοσθενής
μεγαλόσκιος
μεγαλοσμάραγος
μεγαλοσοφιστής
μεγαλόσπλαγχνος
μεγαλοστάφυλος
μεγαλόσταχυς
μεγαλοστένακτος
μεγαλόστερνος
μεγαλόστηθος
μεγαλόστομος
μεγαλόστονος
μεγαλόσφυκτος
View word page
μεγαλοσμάραγος
μεγᾰλο-σμάρᾰγος [σμᾰ],,
A). loud-resounding, Luc. JTr. 1 .


ShortDef

loud-resounding

Debugging

Headword:
μεγαλοσμάραγος
Headword (normalized):
μεγαλοσμάραγος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοσμαραγος
IDX:
65480
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65481
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεγᾰλο-σμάρᾰγος</span> [<span class="foreign greek">σμᾰ],</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">loud-resounding</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0062.tlg018:1" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0062.tlg018:1/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Luc.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">JTr.</span> 1 </a>.</div> </div><br><br>'}