Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεγαλοειδῶς
μεγαλοείμων
μεγαλοεργέω
μεγαλοέργημα
μεγαλοεργής
μεγαλοεργία
μεγαλοεργικός
μεγαλοεργός
μεγαλόζηλος
μεγαλόζωνος
μεγαλοημέρευσις
μεγαλόηχος
μεγάλοθριξ
μεγαλόθυμος
μεγαλόθυτον
μεγάλοιτος
μεγαλοκαμπής
μεγαλόκαρπος
μεγαλόκαυλος
μεγαλοκέρως
μεγαλοκευθής
View word page
μεγαλοημέρευσις
μεγᾰλο-ημέρευσις, εως, ,
A). v.l. for μακροημέρευσις , LXX Si. 30.22 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεγαλοημέρευσις
Headword (normalized):
μεγαλοημέρευσις
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοημερευσις
IDX:
65405
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65406
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεγᾰλο-ημέρευσις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v.l. for <span class="ref greek">μακροημέρευσις</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg034:30:22" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg034:30.22/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">LXX</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Si.</span> 30.22 </a>.</div> </div><br><br>'}