Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεγαλοβρεμέτης
μεγαλόβρομος
μεγαλόβρυχος
μεγαλόβωλος
μεγαλογάστωρ
μεγαλογκία
μεγαλογνωμονέω
μεγαλογνωμοσύνη
μεγαλογνώμων
μεγαλογραφέω
μεγαλογραφία
μεγαλοδάπανος
μεγαλόδενδρος
μεγαλόδηλος
μεγαλοδοξία
μεγαλόδοξος
μεγαλόδουλος
μεγαλόδους
μεγαλοδυναμία
μεγαλοδύναμος
μεγαλοδωρέομαι
View word page
μεγαλογραφία
μεγᾰλο-γρᾰφία, ,
A). painting on a large scale, Vitr. 7.4.4 .


ShortDef

painting on a large scale

Debugging

Headword:
μεγαλογραφία
Headword (normalized):
μεγαλογραφία
Headword (normalized/stripped):
μεγαλογραφια
IDX:
65382
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65383
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεγᾰλο-γρᾰφία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">painting on a large scale</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Vitr.</span> 7.4.4 </span>.</div> </div><br><br>'}