Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεγακήτης
μεγακλεής
μεγακυδής
μεγαλάδικος
μεγαλαλκής
μεγαλάμπρως
μεγαλάμφοδος
μεγαλάνδροι
μεγαλανορία
μεγαλάρτια
μεγαλάρτιος
μεγάλαρτος
μεγαλαυχέω
μεγαλαύχημα
μεγαλαύχην
μεγαλαυχής
μεγαλαυχητέον
μεγαλαύχητος
μεγαλαυχία
μεγάλαυχος
μεγαλεῖος
View word page
μεγαλάρτιος
μεγᾰλ-άρτιος, (sc. μήν), month at Halos, IG 9(2).109 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μεγαλάρτιος
Headword (normalized):
μεγαλάρτιος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλαρτιος
IDX:
65340
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65341
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεγᾰλ-άρτιος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span> (sc. <span class="foreign greek">μήν</span>), month at Halos, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 9(2).109 </span>.</div><br><br>'}