Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μαχλοσύνη
μαχλότης
μάχομαι
μαχομένως
μάψ1
μάψ2
μαψαῦραι
μαψίδιος
μαψιλόγος
μαψιτόκος
μαψίφωνος
μαψυλάκας
μάψωτος
μάω
μεγαβρεμέτης
μεγάβυξος
μεγαδάκτυλος
μεγάδωρος
μεγαθαμβής
μεγαθαρσής
μέγαθος
View word page
μαψίφωνος
μαψῐ/-φωνος, ον,
A). = μαψιλόγος , Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μαψίφωνος
Headword (normalized):
μαψίφωνος
Headword (normalized/stripped):
μαψιφωνος
IDX:
65316
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65317
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μαψῐ/-φωνος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">μαψιλόγος</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}