Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μαχητής
μαχητικός
μαχητός
μάχιμος
μαχιμώδης
μαχλάς
μαχλεύομαι
μάχλης
μαχλικός
μαχλοίονας
μαχλοίων
μάχλος
μαχλοσύνη
μαχλότης
μάχομαι
μαχομένως
μάψ1
μάψ2
μαψαῦραι
μαψίδιος
μαψιλόγος
View word page
μαχλοίων
μαχλ-οίων· κρομμύων, Id.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μαχλοίων
Headword (normalized):
μαχλοίων
Headword (normalized/stripped):
μαχλοιων
IDX:
65304
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65305
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μαχλ-οίων·</span> <span class="foreign greek">κρομμύων</span>, Id.</div><br><br>'}