Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μαριλοκαύτης
μαριλοπότης
μαρίν
μαρῖνος
μάρις
μαρίσκος
μαρίω
μαρμαίρω
μάρμαρ
μαρμαράριος
μαρμάρειος
μαρμάρεος
μαρμαρεργατέω
μαρμαρίζω
μαρμαρικός
μαρμάρινος
μαρμαρῖτις
μαρμαρογλύπτης
μαρμαρογλυφία
μαρμαρόεις
μαρμαροκονία
View word page
μαρμάρειος
μαρμᾰ/ρ-ειος, α, ον, = sq., Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μαρμάρειος
Headword (normalized):
μαρμάρειος
Headword (normalized/stripped):
μαρμαρειος
IDX:
65039
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65040
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μαρμᾰ/ρ-ειος</span>, <span class="itype greek">α</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = sq., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}