Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μάργης
Μαργιτεία
Μαργίτης
Μαργιτομανής
μαργόομαι
μάργος
μαργοσύνη
μαργότης
μάρδος
Μάρεια
Μαρεῶτις
Μαρεώτης
μάρη
μαρήγει
Μαριανδυνία
Μαριανδυνίζω
μαριεύς
μαρικᾶς
μαριλευτής
μαρίλη
μαρίλιον
View word page
Μαρεῶτις
Μᾰρεῶτις (λίμνη), ibid.:—also


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Μαρεῶτις
Headword (normalized):
μαρεῶτις
Headword (normalized/stripped):
μαρεωτις
IDX:
65018
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-65019
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Μᾰρεῶτις</span> (<span class="etym greek">λίμνη</span>), ibid.:—also <span class="gen greek">ὁ</span> </div><br><br>'}