Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μαλακτός
μαλάκυνσις
μαλακύνω
μαλακώδης
μάλαξις
μάλασσος
μαλάσσω
μαλατῆρες
μαλάχη
μαλάχιον
μαλάχιος
μάλβαξ
μάλδακον
μαλερός
μάλευρον
μαλέω
μάλη
μάληκος
μαλητέον
μάλθᾰ
μαλθάζω
View word page
μαλάχιος
μαλάχιος
,
ὁ
, a fish,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μαλάχιος
Headword (normalized):
μαλάχιος
Headword (normalized/stripped):
μαλαχιος
IDX:
64814
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-64815
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μαλάχιος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, a fish, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}