Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λυχνίον
λυχνίς
λυχνίσκος
λυχνίτης
λυχνῖτις
λυχνόβιος
λυχνοειδής
λυχνοκαΐα
λυχνοκαυστέω
λυχνοκαυτέω
λυχνοκαυτία
λυχνομαντεία
λύχνον
λυχνοποιέω
λυχνοποιία
λυχνοποιός
λυχνόπολις
λυχνοπωλέω
λυχνοπώλης
λύχνος
λυχνοῦχος
View word page
λυχνοκαυτία
λυχνο-καυτία, ,
A). = λυχνοκαΐα, λυχναψία , Ath. 15.701a .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λυχνοκαυτία
Headword (normalized):
λυχνοκαυτία
Headword (normalized/stripped):
λυχνοκαυτια
IDX:
64297
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-64298
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λυχνο-καυτία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">λυχνοκαΐα, λυχναψία</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0008.tlg001.perseus-grc1:15:701a" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0008.tlg001.perseus-grc1:15.701a/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ath.</span> 15.701a </a>.</div> </div><br><br>'}