Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λουτηρίδιον
λουτήριον
λουτηρίσκος
λουτιάω
λουτρικός
λούτριον
λουτρίς
λουτροδάϊκτος
λουτρόν
λουτρόομαι
λουτροποιός
λουτροφορέω
λουτροφόρος
λουτροχοέω
λουτροχόος
λουτρών
λουτρωνικός
λούω
λόφα
λοφάδεια
λοφαδίας
View word page
λουτροποιός
λουτρο-ποιός, ,
A). bath-attendant, title of play by Anaxilas.


ShortDef

bath-attendant

Debugging

Headword:
λουτροποιός
Headword (normalized):
λουτροποιός
Headword (normalized/stripped):
λουτροποιος
IDX:
63926
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-63927
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λουτρο-ποιός</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">bath-attendant</span>, title of play by Anaxilas.</div> </div><br><br>'}