Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Λοξίας
Λοξικός
λοξοβάμοισι
λοξοβάτης
λοξοβλεπτέω
λοξοειδής
λοξοκέλευθος
λοξοκίνητος
λοξοπεριπάτητος
λοξοπορέω
λοξόπορος
λοξός
λοξότης
λοξοτρόχις
λοξόφθαλμος
λοξοχρήσμων
λοξόω
λόξωσις
λοπαδάγχης
λοπαδαρπαγίδης
λοπαδεύω
View word page
λοξόπορος
λοξό-πορος, ον,
A). moving aslant, of the Moon, Hymn.Is. 30 .


ShortDef

moving aslant

Debugging

Headword:
λοξόπορος
Headword (normalized):
λοξόπορος
Headword (normalized/stripped):
λοξοπορος
IDX:
63868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-63869
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λοξό-πορος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">moving aslant</span>, of the Moon, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Hymn.Is.</span> 30 </span>.</div> </div><br><br>'}