Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
λοιπογραφία
λοιπός
λοισθήϊος
λοίσθημα
λοίσθιος
λοῖσθος
λοῖσθος
λοίσθωνας
λόκαλος
λόκκη
λοκός
Λοκριστί
Λοκροί
λολλα
λολλώ
λόμβαι
λόξευμα
λοξεύω
Λοξίας
Λοξικός
λοξοβάμοισι
View word page
λοκός
λοκός·
λοκρός, φαλακρός
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λοκός
Headword (normalized):
λοκός
Headword (normalized/stripped):
λοκος
IDX:
63850
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-63851
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λοκός·</span> <span class="foreign greek">λοκρός, φαλακρός</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}