Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λογομαχία
λογόμιμος
λογομύθιον
λογοπλάθος
λογοποιέω
λογοποίημα
λογοποιία
λογοποιικός
λογοποιός
λογοπραγέω
λογοπράκτωρ
λογοπώλης
λόγος
λογοσυλλεκτάδης
λογότροπος
λογούριον
λογοφίλης
λογόω
λογύδριον
λογχάζω
λογχαῖος
View word page
λογοπράκτωρ
λογο-πράκτωρ, ορος, , dub. sens. in PBaden 26.40 (iii A.D.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λογοπράκτωρ
Headword (normalized):
λογοπράκτωρ
Headword (normalized/stripped):
λογοπρακτωρ
IDX:
63766
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-63767
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λογο-πράκτωρ</span>, <span class="itype greek">ορος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, dub. sens. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">PBaden</span> 26.40 </span> (iii A.D.).</div><br><br>'}