Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λόγισις
λόγισμα
λογισμός
λογιστεία
λογιστέον
λογιστεύω
λογιστήριον
λογιστής
λογιστικός
λογιστονόμος
λογκούριον
λογογραφεύς
λογογραφέω
λογογράφημα
λογογραφία
λογογραφικός
λογόγραφος
λογοδαιδαλία
λογοδαίδαλος
λογοδεής
λογόδειπνον
View word page
λογκούριον
λογκούριον (λογούριον cod.)· ὕαλος, Hsch. (cf. λυγκούριον, λογούριον).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λογκούριον
Headword (normalized):
λογκούριον
Headword (normalized/stripped):
λογκουριον
IDX:
63728
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-63729
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λογκούριον</span> (<span class="foreign greek">λογούριον</span> cod.)<span class="foreign greek">· ὕαλος</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> (cf. <span class="foreign greek">λυγκούριον, λογούριον</span>).</div><br><br>'}