Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
λιποδρανής
λιποζύγων
λιπόθηλος
λίποθριξ
λιπόθροος
λιποθυμέω
λιποθύμημα
λιποθυμία
λιποθυμικός
λιποθυμιώδης
λιπόκεντρος
λιπόκοπρος
λιποκρέως
λιπόκωπος
λιπομαρτυρίου
λιπομήτωρ
λιπομορία
λιπόναυς
λιποναύτης
λιποναυτίου
λιπονέως
View word page
λιπόκεντρος
λῐπό-κεντρος
,
ον
,
A).
leaving a sting
,
μέλισσαι
Lyr.Alex.Adesp.
7.15
.
ShortDef
leaving a sting
Debugging
Headword:
λιπόκεντρος
Headword (normalized):
λιπόκεντρος
Headword (normalized/stripped):
λιποκεντρος
IDX:
63523
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-63524
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λῐπό-κεντρος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">leaving a sting</span>, <span class="quote greek">μέλισσαι</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Lyr.Alex.Adesp.</span> 7.15 </span> .</div> </div><br><br>'}