Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
Λιπάρα
λιπαράμπυξ
λιπαραυγής
λιπαρέω
λιπαρής
λιπάρησις
λιπαρητέον
λιπαρία1
λιπαρία2
λιπαριάζω
λιπαρίσχιος
λιπαρόγειος
λιπαρόζωνος
λιπαρόθρονος
λιπαροκρήδεμνος
λιπαρόμματος
λιπαροπλόκαμος
λιπαροποιέω
λιπαρός
λιπαρότης
λιπαρότροφος
View word page
λιπαρίσχιος
λῐπᾰρ-ίσχιος
,
ον
, dub. sens. in Lyr. in
Philol.
80.338
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
λιπαρίσχιος
Headword (normalized):
λιπαρίσχιος
Headword (normalized/stripped):
λιπαρισχιος
IDX:
63475
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-63476
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λῐπᾰρ-ίσχιος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, dub. sens. in Lyr. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Philol.</span> 80.338 </span>.</div><br><br>'}