Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀναγεπόπτης
ἀναγέτρια
ἀναγεύω
ἀναγηρύομαι
ἀναγής
ἀναγιγνώσκω
ἀναγκάζω
ἀναγκαίη
ἀναγκαίνισμα
ἀναγκαῖον
ἀναγκαιοπότης
ἀναγκαῖος
ἀναγκαιότης
ἀναγκαιώδης
ἀνάγκασμα
ἀναγκαστέος
ἀναγκαστήρ
ἀναγκαστήριος
ἀναγκαστικός
ἀναγκαστός
ἀνάγκη
View word page
ἀναγκαιοπότης
ἀναγκ-αιοπότης
,
ου
,
ὁ
, kind of
A).
cup
,
SIG
2588.209
(Delos).
ShortDef
cup
Debugging
Headword:
ἀναγκαιοπότης
Headword (normalized):
ἀναγκαιοπότης
Headword (normalized/stripped):
αναγκαιοποτης
IDX:
6329
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-6330
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀναγκ-αιοπότης</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, kind of <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">cup</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">SIG</span> 2588.209 </span> (Delos).</div> </div><br><br>'}