Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λιθογνωμικός
λιθογνώμων
λιθογόνος
λιθογράφος
λιθοδαίδαλος
λιθόδενδρον
λιθοδερκής
λιθόδερμος
λιθοδικτέω
λιθόδμητος
λιθοδόμητος
λιθοδόμος
λιθοειδής
λιθοεργής
λιθοεργός
λιθοθεσία
λιθοθήρας
λιθοικοδόμητος
λιθοκαλλής
λιθοκάρδιος
λιθοκέφαλος
View word page
λιθοδόμητος
λῐθο-δόμητος, ον, = foreg., J. AJ 15.11.5 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λιθοδόμητος
Headword (normalized):
λιθοδόμητος
Headword (normalized/stripped):
λιθοδομητος
IDX:
63169
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-63170
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λῐθο-δόμητος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = foreg., <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0526.tlg001.perseus-grc1:15:11:5" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0526.tlg001.perseus-grc1:15:11:5/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">J.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">AJ</span> 15.11.5 </a>.</div><br><br>'}