Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λιγύφθογγος
λιγυφωνέω
λιγύφωνος
λιδρίον
λιθαγωγία
λιθαγωγός
λιθάζω
λιθακός
λιθαναβολεύς
λίθαξ
λιθαργύρεος
λιθαργύρινος
λιθάργυρος
λιθαργυροφανής
λιθαρίδιον
λιθάριον
λιθάς
λιθάσβεστος
λιθασμός
λιθαστής
λιθαστικός
View word page
λιθαργύρεος
λῐθαργύρ-εος [ῠ],, = sq., Stesich. 30 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λιθαργύρεος
Headword (normalized):
λιθαργύρεος
Headword (normalized/stripped):
λιθαργυρεος
IDX:
63115
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-63116
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λῐθαργύρ-εος</span> [<span class="foreign greek">ῠ],</span>, = sq., <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0292.tlg001:30" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0292.tlg001:30/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Stesich.</span> 30 </a>.</div><br><br>'}