Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λῃστοκτόνος
λῃστοπιαστής
λῃστοσαλπιγκτής
λῃστρικός
λῃστρίς
λῃστρών
λῄστωρ
λήσω
λῄταρχος
λῄτειρα
λῄτη
λῃτῆρες
λῆτο
Λητογενής
Λητοΐδης
λῃτουργέω
Λητώ
λήτωρ
ληχμός
λῆψις
ληψολιγόμισθος
View word page
λῄτη
λῄτ-η, ,
A). v. λήϊτον .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λῄτη
Headword (normalized):
λῄτη
Headword (normalized/stripped):
λητη
IDX:
62993
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-62994
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λῄτ-η</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">λήϊτον</span> .</div> </div><br><br>'}