Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λευκαντικός
λευκάντυξ
λευκάργιλλος
λευκάς
λευκασία
λευκασμός
λεύκασπις
λευκαυγής
λευκαχάτης
λευκέα
λευκελεφάντινα
λευκερινεός
λευκέρυθρος
λευκερῳδιός
λεύκη
λευκηναί
λευκηπατίας
λευκήπειρος
λευκήρετμος
λευκήρης
Λευκιανή
View word page
λευκελεφάντινα
λευκ-ελεφάντινα· λευκὰ ὡς ἐλεφάντινα, Hsch. (λεύκ’ ἐλέφαντι Valck. from Il. 5.583 ).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λευκελεφάντινα
Headword (normalized):
λευκελεφάντινα
Headword (normalized/stripped):
λευκελεφαντινα
IDX:
62636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-62637
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λευκ-ελεφάντινα·</span> <span class="foreign greek">λευκὰ ὡς ἐλεφάντινα</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> (<span class="foreign greek">λεύκ’ ἐλέφαντι</span> Valck. from <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0012.tlg001.perseus-grc1:5:583" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0012.tlg001.perseus-grc2:5.583/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Il.</span> 5.583 </a>).</div><br><br>'}