Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λεσχολογία
λεσχώδης
λεσῶνις
λετμὸς
λευγαία
λευγαλέος
λεύγη
Λευίτης
Λευκαθέα
λευκαθέω
λευκαθεών
λευκαθίζω
λευκαία
λευκαίνω
λευκάκανθα
λευκάλφιτος
λευκάμπυξ
λευκάνθεμον
λευκανθής
λευκανθίζω
λευκανίη
View word page
λευκαθεών
λευκᾰθ-εών,
A). v. Λευκαθέα .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λευκαθεών
Headword (normalized):
λευκαθεών
Headword (normalized/stripped):
λευκαθεων
IDX:
62611
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-62612
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λευκᾰθ-εών</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">Λευκαθέα</span> .</div> </div><br><br>'}