Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λεπτόρριζος
λεπτόρρυτος
λεπτός
λεπτόσαρκος
λεπτοσίνιον
λεπτοσκελής
λεπτοσπάθητος
λεπτοσπάθιον
λεπτόσπερμος
λεπτόστομος
λεπτοσύνη
λεπτοσύνθετος
λεπτοσχιδής
λεπτόσωμος
λεπτοταρίχιον
λεπτότης
λεπτοτομέω
λεπτοτράχηλος
λεπτότρητος
λεπτότριχος
λεπτουργέω
View word page
λεπτοσύνη
λεπτο-σύνη, ,
A). = λεπτότης , AP 11.110 ( Nicarch.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λεπτοσύνη
Headword (normalized):
λεπτοσύνη
Headword (normalized/stripped):
λεπτοσυνη
IDX:
62532
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-62533
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λεπτο-σύνη</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">λεπτότης</span> , <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">AP</span> 11.110 </span> (<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Nicarch.</span></span>).</div> </div><br><br>'}