Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λεπτοκτήτωρ
λεπτολάχανον
λεπτόλιθος
λεπτολογέω
λεπτολογία
λεπτόλογος
λεπτομέρεια
λεπτομερής
λεπτομεριμνία
λεπτομέριμνος
λεπτομήλη
λεπτόμητις
λεπτόμιτος
λεπτόνευρος
λεπτόπηνος
λεπτοποιέω
λεπτοποίησις
λεπτοποιητέον
λεπτόπους
λεπτόπρυμνος
λεπτόπυγος
View word page
λεπτομήλη
λεπτο-μήλη, ,
A). slender probe, Hermes 38.282 .


ShortDef

slender probe

Debugging

Headword:
λεπτομήλη
Headword (normalized):
λεπτομήλη
Headword (normalized/stripped):
λεπτομηλη
IDX:
62510
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-62511
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λεπτο-μήλη</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">slender probe, Hermes</span> <span class="bibl"> 38.282 </span>.</div> </div><br><br>'}