Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λεπτόκνημος
λεπτοκοπέω
λεπτοκτήτωρ
λεπτολάχανον
λεπτόλιθος
λεπτολογέω
λεπτολογία
λεπτόλογος
λεπτομέρεια
λεπτομερής
λεπτομεριμνία
λεπτομέριμνος
λεπτομήλη
λεπτόμητις
λεπτόμιτος
λεπτόνευρος
λεπτόπηνος
λεπτοποιέω
λεπτοποίησις
λεπτοποιητέον
λεπτόπους
View word page
λεπτομεριμνία
λεπτομεριμν-ία, ,
A). attention to trifles, Corn. ND 18 .


ShortDef

attention to trifles

Debugging

Headword:
λεπτομεριμνία
Headword (normalized):
λεπτομεριμνία
Headword (normalized/stripped):
λεπτομεριμνια
IDX:
62508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-62509
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λεπτομεριμν-ία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">attention to trifles</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0654.tlg002:18" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0654.tlg002:18/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Corn.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">ND</span> 18 </a>.</div> </div><br><br>'}