Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λέκκη
λέκος
λέκρανα
λεκτέος
λέκτης
λεκτίκιον
λεκτικός
λεκτίς
λέκτο
λεκτός
λεκτρίτῃ
λέκτρον
λεκτροχαρής
λεκχώ
λελαβέσθαι
λεληθότως
λέληκα
λελίημαι
λελικκός
λελογισμένως
λελοχυῖα
View word page
λεκτρίτῃ
λεκτρίτῃ θρόνῳ· ἀνάκλισιν ἔχοντι, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λεκτρίτῃ
Headword (normalized):
λεκτρίτῃ
Headword (normalized/stripped):
λεκτριτη
IDX:
62347
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-62348
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λεκτρίτῃ</span> <span class="foreign greek">θρόνῳ· ἀνάκλισιν ἔχοντι</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}