Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λεκιθοειδής
λεκιθοπώλης
λέκιθος
λέκιθος
λεκιθώδης
λεκίς
λέκκη
λέκος
λέκρανα
λεκτέος
λέκτης
λεκτίκιον
λεκτικός
λεκτίς
λέκτο
λεκτός
λεκτρίτῃ
λέκτρον
λεκτροχαρής
λεκχώ
λελαβέσθαι
View word page
λέκτης
λέκ-της, ου, ,
A). speaker, Gloss.


ShortDef

speaker

Debugging

Headword:
λέκτης
Headword (normalized):
λέκτης
Headword (normalized/stripped):
λεκτης
IDX:
62341
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-62342
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λέκ-της</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">speaker,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}