Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

λεκάνιον
λεκανίς
λεκανίσκη
λεκανόμαντις
λεκανόπωλις
λέκανος
λεκανοσκοπία
λεκάριον
λεκίθιον
λεκιθίτης
λεκιθοειδής
λεκιθοπώλης
λέκιθος
λέκιθος
λεκιθώδης
λεκίς
λέκκη
λέκος
λέκρανα
λεκτέος
λέκτης
View word page
λεκιθοειδής
λεκῐθο-ειδής, ές,
A). = λεκιθώδης , Hp. Morb. 2.47 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
λεκιθοειδής
Headword (normalized):
λεκιθοειδής
Headword (normalized/stripped):
λεκιθοειδης
IDX:
62331
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-62332
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λεκῐθο-ειδής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">λεκιθώδης</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg023:2:47" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg023:2.47/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Morb.</span> 2.47 </a>.</div> </div><br><br>'}