Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
Λάμπος
λάμπουρις
λάμπουρος
λαμπραυγής
λαμπρειμονέω
λαμπρείμων
λαμπρίζομαι
λαμπρόβιος
λαμπροειδής
λαμπροείμων
λαμπρόζωνος
λαμπρομοιρία
λαμπρόπους
λαμπρός
λαμπρότης
λαμπρότοξος
λαμπροφαής
λαμπροφανής
λαμπροφεγγής
λαμπρόφθαλμος
λαμπρόφωνος
View word page
λαμπρόζωνος
λαμπρό-ζωνος
,
ον
,
A).
with bright zone
,
Hsch.
s.v.
ἁβρομίτρας
.
ShortDef
with bright zone
Debugging
Headword:
λαμπρόζωνος
Headword (normalized):
λαμπρόζωνος
Headword (normalized/stripped):
λαμπροζωνος
IDX:
61848
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-61849
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">λαμπρό-ζωνος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">with bright zone</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> s.v. <span class="ref greek">ἁβρομίτρας</span> .</div> </div><br><br>'}