Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κύρωσις
κυρωτήρ
κυρωτής
κύσαι
κυσανίζει
κυσθοκορώνη
κύσθος
κυσιάω
κυσίβαλον
κυσοβάκχαρις
κυσοδακνιᾷ
κυσοδόχη
κυσοκόλαξ
κυσολάκων
κυσολαμπίς
κυσολέσχης
κυσονίπτης
κυσός
κυσοχήνη
κυσόχωλος
κύσσα
View word page
κυσοδακνιᾷ
κῡσο-δακνιᾷ· ψωριᾷ, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κυσοδακνιᾷ
Headword (normalized):
κυσοδακνιᾷ
Headword (normalized/stripped):
κυσοδακνια
IDX:
61108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-61109
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κῡσο-δακνιᾷ·</span> <span class="foreign greek">ψωριᾷ</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}