Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κυητήριος
κύθε
Κυθέρεια
Κυθερηΐς
κυθηγενής
Κύθηρα
Κυθηροδίκης
κύθιον
κυθνόν
Κυθνώλης
κυθνώνυμος
κύθρα
κυθώδης
κυθώνυμος
κυΐντατα
κύϊξ
κυΐσκομαι
κυῖτις
κυκαίνω
κυκάν
κυκάω
View word page
κυθνώνυμος
κυθνώνυμος,
A). v. κυθώνυμος .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κυθνώνυμος
Headword (normalized):
κυθνώνυμος
Headword (normalized/stripped):
κυθνωνυμος
IDX:
60578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-60579
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κυθνώνυμος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">κυθώνυμος</span> .</div> </div><br><br>'}