Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κυβιστητήρ
κυβιστιάω
κυβιτίζω
κύβιτον
κυβοειδής
κυβόκυβος
κύβος
κυβοστόν
κύβωλον
κυγχνίδα
κυδάγχας
κυδάζω
κυδαίνω
κυδάλιμος
κυδάνω
κύδαρ
κύδαρος
κυδάττω
κυδήεις
κυδιάνειρα
κυδιάω
View word page
κυδάγχας
κυδάγχας· μάχας, λοιδορίας, and κυδαγχόμενα· λοιδορούμενα, Hsch.; cf.sq.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κυδάγχας
Headword (normalized):
κυδάγχας
Headword (normalized/stripped):
κυδαγχας
IDX:
60535
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-60536
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κυδάγχας·</span> <span class="foreign greek">μάχας, λοιδορίας</span>, and <span class="orth greek">κυδαγχόμενα·</span> <span class="foreign greek">λοιδορούμενα</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span></span>; cf.sq.</div><br><br>'}