Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κύβιον
κυβιοσάκτης
κυβισίς
κυβισμός
κυβιστάω
κυβίστημα
κυβιστής
κυβίστησις
κυβιστητεία
κυβιστητήρ
κυβιστιάω
κυβιτίζω
κύβιτον
κυβοειδής
κυβόκυβος
κύβος
κυβοστόν
κύβωλον
κυγχνίδα
κυδάγχας
κυδάζω
View word page
κυβιστιάω
κῠβιστ-ιάω,
A). turn a somersault, Gloss.


ShortDef

turn a somersault

Debugging

Headword:
κυβιστιάω
Headword (normalized):
κυβιστιάω
Headword (normalized/stripped):
κυβιστιαω
IDX:
60526
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-60527
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κῠβιστ-ιάω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">turn a somersault,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}