Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
κυβίζω
κυβικός
κύβιον
κυβιοσάκτης
κυβισίς
κυβισμός
κυβιστάω
κυβίστημα
κυβιστής
κυβίστησις
κυβιστητεία
κυβιστητήρ
κυβιστιάω
κυβιτίζω
κύβιτον
κυβοειδής
κυβόκυβος
κύβος
κυβοστόν
κύβωλον
κυγχνίδα
View word page
κυβιστητεία
κῠβιστ-ητεία
,
ἡ
, = foreg.,
Suid.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κυβιστητεία
Headword (normalized):
κυβιστητεία
Headword (normalized/stripped):
κυβιστητεια
IDX:
60524
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-60525
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κῠβιστ-ητεία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, = foreg., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span> </span> </div><br><br>'}