Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κτίσις
κτίσμα
κτισμός
κτιστεῖον
κτιστήρ
κτίστης
κτιστός
κτίστρια
κτιστύς
κτίστωρ
κτίτερ
κτίτης
κτοίνα
κτοινάτης
κτόνος
κτυπέω
κτύπημα
κτυπητής
κτυπία
κτύπος
’κτώ
View word page
κτίτερ
κτίτερ· κτίστης, Hsch.; cf. sq.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κτίτερ
Headword (normalized):
κτίτερ
Headword (normalized/stripped):
κτιτερ
IDX:
60389
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-60390
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κτίτερ·</span> <span class="foreign greek">κτίστης</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span></span>; cf. sq.</div><br><br>'}