Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κρομμύδιον
κρομμυογήτειον
κρόμμυον
κρομμυοξυρεγμία
κρομμυπώλης
κρομμυπώλιον
κρομμύφακον
κρόμπος
κρόμυον
Κρονεῖον
Κρόνια
Κρονιάς
Κρονίδης
Κρονικός
Κρόνιος
Κρόνιππος
Κρονίων
Κρονοδαίμων
Κρονοθήκη
Κρονόληρος
Κρόνος
View word page
Κρόνια
Κρόν-ια, ων, τά,
A). v. Κρόνιος .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Κρόνια
Headword (normalized):
κρόνια
Headword (normalized/stripped):
κρονια
IDX:
60117
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-60118
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Κρόν-ια</span>, <span class="itype greek">ων</span>, <span class="gen greek">τά</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">Κρόνιος</span> .</div> </div><br><br>'}