Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

κολωνοειδής
κολωνός
κολῳός
κόλωψ
κομάκτωρ
κομανίαν
κόμαρι
κομαρίς
κόμαρος
κομαροφάγος
κομάς
κοματροφέω
κομάω
κόμβα
κομβίον
κομβοθηλεία
κομβολύτης
κόμβος
κομβόω
κόμβωμα
κομέτιον
View word page
κομάς
κομάς· θεραπείας, καὶ τὰ συοφόρβια, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κομάς
Headword (normalized):
κομάς
Headword (normalized/stripped):
κομας
IDX:
58765
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-58766
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">κομάς·</span> <span class="foreign greek">θεραπείας, καὶ τὰ συοφόρβια</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}